- πάσςαλος
- πάσςᾰλος1 peg
ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17
πα]σσαλο[ P. Oxy. 1792, fr. 50.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17
πα]σσαλο[ P. Oxy. 1792, fr. 50.Lexicon to Pindar. William J.. 2010.